Όταν ο καρδιακός ρυθμός είναι βραδύς και ο ασθενής έχει συμπτώματα (ζάλη, λιποθυμία, αδυναμία, εύκολη κόπωση) ενδείκνυται η τοποθέτηση ενός βηματοδότη. Ο βραδύς καρδιακός ρυθμός ωφελείται σε αλλοιώσεις του ερεθισματαγωγού συστήματος της καρδιάς κυρίως λόγω ηλικίας.
Όταν ο καρδιακός ρυθμός είναι άλλοτε φυσιολογικές και άλλοτε εμφανίζει επεισόδια αρρυθμίας, τότε προκειμένου να μην κινδυνεύσει ακόμη και η ζωή του ασθενούς, ενδείκνυται η εμφύτευση απινιδωτή, ο οποίος όπως ο βηματοδότης βηματοδοτεί μόνο κατά τη διάρκεια του επεισοδίου πολύ γρήγορα την καρδιά, αλλά αν αυτό δεν καταστεί εφικτό, ακολουθεί η απινίδωση, η χορήγηση δηλαδή ασύγχρονου ηλεκτρικού ρεύματος ώστε να τερματιστεί η αρρυθμία. Υπάρχουν ασθενείς για τους οποίους ενδείκνυται η εμφύτευση και στις δύο κοιλίες της καρδιάς βηματοδότης/ απινιδωτής.